Η ΠΟΡΣΕΛΑΝΙΝΗ ΚΟΥΚΛΑ

2013-11-23 20:08

    

 

 

  Μια οικογένεια αποφάσισε να αφήσει τη πόλη και να εγκατασταθεί σένα έρημο χωριό. Μια μέρα η μητέρα πήρε την κόρη της για να ψωνίσουν τετράδια για το νέο της σχολείο και ρούχα. Αγόρασαν ένα υπέροχο γαλάζιο φορεματάκι, ένα άσπρο καπέλο, άσπρα δαντελοτά γάντια και μαύρα παπούτσια.

        Στο γυρισμό για το σπίτι, το μάτι της μικρής έπεσε σε μία πορσελάνινη κούκλα η οποία στεκότανε όρθια σε μια στολισμένη βιτρίνα παιχνίδιων. Η κούκλα έμοιαζε πάρα πολύ με το κοριτσάκι... Είχε μακρια ξανθά μαλλιά, φορούσε ένα όμορφο γαλάζιο φόρεμα, ένα άσπρο καπέλο άσπρα δαντελοτά γάντια και μαύρα παπούτσια. Η μικρή ήθελε να την αγοράσει πολύ αλλά η μητέρα της επειδή ήταν κουρασμένη και δεν είχε αρκετά χρήματα μαζί της δεν μπορούσε να της την πάρει.

        Την επόμενη μέρα άρχισε το σχολείο και η μικρή καθώς περνούσε ο καιρός ξεχνούσε την ύπαρξη της κούκλας, ώσπου ήρθαν χριστούγεννα και το πρωί που ξύπνησε κάτω από το δέντρο την περίμενε ένα μεγάλο κουτί. Το άνοιξε και μέσα ήταν η όμορφη κούκλα που είχε δεί στη βιτρίνα. Η μικρή ήταν αχώριστη με την κούκλα έμοιαζαν τόσο πολύ που ακόμα και οι γονείς της δεν μπορούσαν να καταλάβουν ποια ήταν ποια. Έπαιζε όλη μέρα μαζί της και το βράδυ κοιμότανε μαζί της. Αλλά όσο μεγάλωνε το κοριτσάκι άρχιζε να την παρατάει την κούκλα ώσπου την εγκατέλειψε τελείως...

        Μετά απο πάρα πολύ καιρο, ένα βράδυ το κοριτσάκι που έγινε κοπέλα πλέον, άνοιξε ένα παλιό μπαούλο γιατί είχε ξεχάσει τί είχε μέσα και βρήκε την πορσελάνινη κούκλα της. Την πήρε αλλά δεν την έβαλε μαζί της πάνω στο κρεβάτι, την άφησε κάτω να κοιτάει τον τοίχο επειδή έλειπε το ένα μάτι απο το πρόσωπο της κούκλας και φοβότανε.

        Όταν το ρολόι έδειξε μεσάνυχτα, ξαφνικά ακούστηκε μια παιδική φώνη να λέει με ένα ύφος μεν παραπονεμένο αλλά πολύ θυμωμένο<<Γιατί δεν παίζεις άλλο μαζί μου; Φοβάσαι που μου λέιπει ένα μάτι ή επειδή έχω χαρακιές στο πρόσωπό μου;>> Η φωνή σταμάτησε. Η κοπέλα τρομαγμένη κουρνιάστηκε κάτω απο το πάπλωμά της και μέσα σε ούτε δύο λεπτά ξαναακούστηκε η φωνή << Μήπως επειδή είμαι βρώμικη; Έσύ μου τα έκανες όλα αυτά! Ξέχασες;;; Μου έβγαλες το ματι και μου έκανες χαρακιές πετώντας με και με άφησες να βρωμίσω μέσα σε εκείνο το μπαούλο.>> Όσο ακουγόταν η φωνή, πλησίαζε όλο και πιο κοντά της..

        Την επόμενη μέρα η μητέρα φώναζε την κοπέλα για πρωινό, αλλά αυτή δεν απαντούσε. έτσι ανέβηκε πάνω να την ξυπνήσει. Καθώς άνοιξε την πόρτα είδε την κοπέλα να στέκεται όρθια μπροστά στο τοίχο. Η μητέρα σοκαρισμένη την πλησιάζει και την γυρίζει απότομα. Στην κοπέλα έλειπε το ένα μάτι και το πρόσωπό της ήταν γεμάτο χαρακιές (δεν πέθανε...). Στον τοιχο είχε γραμμένο με το αίμα της κοπέλας και με κεφαλαία γράμματα <<ΓΙΑΤΙ ΜΕ ΕΓΚΑΤΕΛΕΙΨΕΣ;>> Η κοπέλα δεν συνήλθε ποτέ απο το σόκ....

        

—————

Πίσω