Κυρία θέλει να βάλει τέντες στο μπαλκόνι της και ψάχνει για έναν καλό τεντά. Άνοιξε λοιπόν τον τηλεφωνικό κατάλογο και καθώς έψαχνε και έψαχνε, πέφτει το μάτι της σε μία αγγελία που γράφει: '' Μπάμπης τέντες ''. Τηλεφώνει που λέτε στην αγγελία και της απαντάει μία μάγκικη, απότομη φώνη: " Ναι ".
" Ναι, γεία σας , τον Μπάμπη τον τεντά θα ήθελα ", λέει αυτή.
" Ίδιος '', απαντάει αυτός απότομα.
" Καλησπέρα σας, θα ήθελα να περάσω μια τέντα στο μπαλκόνι μου ", λέει αυτή.
" Αύριο, 11:30 ", απαντά αυτός και κλείνει απότομα το τηλέφωνο.
Την επόμενη μέρα το πρωί χτυπάει το κουδούνι στην οικεία της γυναίκας.
" Ναι, ποιός είναι ", ρωτάει αυτή.
" Μπάμπης τέντες ", απαντάει η φώνη από το θυροτηλέφωνο.
Του λέει αυτή τον όροφο και όταν τον βλέπει μετά από λίγο να πλησιάζει τον προσκαλεί ευγενικά να μπει μέσα.
Με το που μπαίνει μέσα ό Μπάμπης της λέει: " Το μπαλκόνι ".
" Από εκεί ",απαντάει η κοπέλα.
" Φραπέ, γλυκό, λίγο γάλα ", της λέει αυτός στο ίδιο απότομο ύφος.
Φεύγει για λίγο η γυναίκα και όταν έρχεται με τον καφέ, εκείνος της λέει στο ίδιο πάντα ύφος " κρύο νερό ".
Τι να κάνει και κυρία,φανερά εκνευρισμένη πηγαίνει να του φέρει το νερό, όταν ξαφνικά χτυπάει το θυροτηλέφωνο.
" Παρακαλώ ", λέει αυτή.
" Ο Μπάμπης ο τεντάς είμαι ", της λέει αυτός.
" Μα έχει έρθει είδη ένας κύριως Μπάμπης που κάνει τέντες ", λέει αυτή κάπως αγχωμένα.
Και τότε ακούγετε η φώνη από το θυροτηλέφωνο να λέει: " Έπεσα ".
—————